Η αρχαία κινέζικη ζωγραφική βρέθηκε, κατά πολλούς, στο απόγειό της, όταν μπολιάστηκε με το βουδιστικό στοχασμό. Την περίοδο αυτή, καθ’ όλα αξιοσέβαστοι από την κοινωνία ζωγράφοι, δημιούργησαν τα ανεπανάληπτα εκείνα ονειρικά ειλητάρια [1], ζωγραφισμένα με απαλότητα πουπουλένια επάνω σε φίνο μετάξι, τα οποία, ως αντικείμενα σπάνια και βαρύτιμα, τυλίγονταν και φυλάσσονταν σε ξύλινους κυλίνδρους από αρωματικό και λακαρισμένο κέδρο.
Μόνο σε στιγμές ηρεμίας και περισυλλογής, οι κάτοχοί τους, μοναχοί και λαϊκοί, τα ξετύλιγαν για να τα «κοιτάξουν» και να βυθιστούν διαλογιζόμενοι στην κρυφή γοητεία τους, όπως ακριβώς θα διάβαζαν ένα εμπνευσμένο ποίημα.
Μια τέτοια «θεραπευτική» επήρεια δέχεται κανείς, αποθέτοντας την ματιά του στην ζωγραφική της Μαρίας Κασαπίδου.
Τα έργα της, σχεδόν ανεικονικά, βασίζονται σε μια χρωματική διάχυση, εκτός σχεδιαστικών και σχηματικών ορίων, επιτρέποντας στον θεατή την πρόκληση, εκείνη των ανάλαφρων, σχεδόν αδιόρατων, ψυχικών δονήσεων, ώστε να ορίσει και να αναδημιουργήσει ο ίδιος την εμπειρία του από την θέασή τους.
Σε μικρής, μεγέθους χαϊκού, επιφάνειας έργα, ή και στα μεγαλύτερα, αναπολείς μαζί της την στιγμή μιας αδύναμης πνοής αέρα στα κλαδιά ενός ελαιώνα, ακούς να μουρμουρίζει το ρυάκι στη χλόη ένα ανοιξιάτικο απομεσήμερο ή οσμίζεσαι την μούχλα από την σήψη των φθινοπωρινών φύλλων.
Κι ενώ η Μαρία Κασαπίδου μας προτείνει τον έσω δρόμο της μυστικιστικής εμπειρίας και αποκάλυψης, εντός ενός θριαμβεύοντος φυσικού περιβάλλοντος, ο Έβης Χρήστου, χρησιμοποιώντας την αδρότητα, που πηγάζει από την ύλη του μετάλλου, ειρωνεύεται και κάποτε ίσως σαρκάζει με εξωστρέφεια τις πολιτισμικές μας αξίες. Κάποτε και τον ίδιο τον εαυτό του.
Αμφισβητεί με χιούμορ και ψυχραιμία, ψηλαφεί, με τον δικό του πολιτικό τρόπο, το αδιέξοδο που οδηγούμαστε από τις επιλογές των εξουσιαζόντων, ανεμίζει, ως άλλος Θεόφιλος, την σημαία της καλλιτεχνικής ελευθερίας και έκφρασης.
Τα έργα του, αξιοσημείωτα εφευρετικά, ιδίως όταν συνδυάζουν ετερογενή υλικά, εσωτερικεύουν και παγώνουν το μήνυμά τους με τέτοια δηλωτική επάρκεια, που διαρκεί και μένει χαραγμένο στην μνήμη.
Τα έργα της έκθεσης συνομιλούν μεταξύ τους χρησιμοποιώντας το καθένα την ξεχωριστή του γλώσσα.
Τα ζωγραφικά, τις λέξεις μιας αφηρημένης ενόρασης, ενώ τα γλυπτά αρθρώνουν τον λόγο τους χρησιμοποιώντας το πρόδηλο της φιλοσοφικής οξύτητας.
Αξίζει, αλήθεια, να επισκεφθείτε την έκθεση και να στήσετε αυτί στον εικαστικό διάλογο των έργων αυτών, τόσο διαφορετικών μεταξύ τους, και για τον λόγο αυτό, ίσως, με τόσο πολύ ενδιαφέρον.
Εκτός αυτού, αξίζει επίσης να γνωρίσετε και τους δύο δημιουργούς τους, που διασώζοντας τον χρόνο από την επέλαση του οδοστρωτήρα της καθημερινότητας, συνεχίζουν με τους σπινθηρισμούς τους να μας ανάβουν δημιουργικές φωτιές.
[1] ειλητάριο : χειρόγραφη επιμήκης μεμβράνη (περγαμηνή) που τυλιγόταν γύρω από μικρό κυλινδρικό ξύλο.
του Κοσμά Τσόλα