«Τι σχέση έχει ο Βαρκάρης με τα Κουρούνια;»
Την ερώτηση αυτή πολύ συχνά μου την κάνουν συμπολίτες μας και αναφέρονται στον γιατρό Γιώργη Βαρκάρη, καθώς ως πολιτική προσωπικότητα της Χίου είναι πασίγνωστος. Φυσικά δεν χρειάζεται να ρωτήσω από πού απορρέει.
Στο έμπα του χωριού, σε περίοπτη θέση βρίσκεται το Ηρώων Πεσόντων, όπου χαμηλά στο μάρμαρο, με μεγάλα γράμματα είναι γραμμένο το όνομα του δωρητή:
ΔΩΡΕΑ ΖΩΡΖΗ Γ. ΒΑΡΚΑΡΗ-ΙΑΤΡΟΥ.
«Υπερβολικό σε μέγεθος το όνομα του δωρητή», παρατηρεί ο γιός του Γιώργης, σε σχετική συζήτηση που είχαμε, επισημαίνοντας την παράλειψη αναφοράς στο έτος που έγινε το έργο.*
Ο αείμνηστος Ζωρζής Βαρκάρης, υπηρέτησε ως γιατρός στα Κουρούνια από το 1960 έως το 1970.
Συνολικά 11 χρόνια.
Το Αγροτικό Ιατρείο Κουρουνιών συμπεριλάμβανε τα χωριά Εγρηγόρο, Αφροδίσια, Χάλαντρα, Κέραμο, Λεπτόποδα, σε κάποιες περιόδους και τα χωριά Νενητούρια και Άγιο Γάλας.
Στις περιοδείες, μια φορά την βδομάδα, μετακινείτο με το λεωφορείο της συγκοινωνίας όπου ήταν εφικτό και όπου η συγκοινωνία δεν εξυπηρετούσε, με μουλάρια που οδηγούσε ο ιδιοκτήτης τους.
Ο γιος του Γιώργης, θυμάται, ότι μέχρι το 1965 που ήταν φοιτητής και περνούσε τις διακοπές του στο χωριό, βοηθούσε τον πατέρα του, παίρνοντας την πίεση των ασθενών. Αυτή τη λεπτομέρεια δεν θα μπορούσα να την ξέρω, όμως θυμάμαι πολύ καλά τα δυο αγόρια του γιατρού, τον Γιώργη και τον Μιχάλη, όταν ερχόταν στις διακοπές τους από τις σπουδές, να ομορφαίνουν με την παρουσία τους τη γειτονιά…
Τα χρόνια εκείνα, που τα χωριά έσφυζαν από ζωή, με αντίξοες συνθήκες επιβίωσης των ανθρώπων, η δουλειά του γιατρού δεν ήταν καθόλου εύκολη. Τα έκτακτα περιστατικά, με οποιοδήποτε καιρό, μέρα ή νύχτα, μάλλον τακτικά θα έπρεπε να τα λέμε, τόσο συχνά που συνέβαιναν.
Ειδικά για τις ευάλωτες ηλικίες, των παιδιών και των γερόντων, που δεν έλειπαν από κανένα σπιτικό, η παρουσία του γιατρού στάθηκε πολλές φορές σωτήρια, καθώς η χώρα και το νοσοκομείο ήταν πολύ μακριά για τα τότε μεταφορικά δεδομένα.
Σαν ένα χρέος παλιό που ήρθε η ώρα της πληρωμής του, αισθάνομαι την ανάγκη να εξιστορήσω τις αναμνήσεις μου από την πολύχρονη θητεία του γιατρού στο χωριό μας. Είναι αναμνήσεις με τα μάτια ενός παιδιού και έτσι τις παραθέτω.
Ένας γλυκύτατος λεβεντάνθρωπος ήταν ο Ζωρζής Βαρκάρης. Όταν, διαβαίνοντας τους δρόμους του χωριού, συναντούσε παιδιά, σταματούσε πάντα να ανταλλάξει δυο λόγια μαζί τους. Από εκείνες τις κουβέντες, μου έχει μείνει το χιούμορ και το νοιάξιμο, μην χτυπήσουμε, μην κρυώσουμε… Από ένα σημείο και μετά, τρέχαμε εμείς προς το μέρος του…
(άρθρο Ευγενίας Βορριά Ασλανίδη στο chiosnews.com)
Είχα την τύχη να τον γνωρίσω καλύτερα, όταν κάποια στιγμή το αγροτικό ιατρείο στεγάστηκε σε δικό μας οίκημα. Εκείνη την περίοδο, οι άνθρωποι του υγειονομικού που ερχόταν στο χωριό για θέματα του ιατρείου, φιλοξενούνταν στο σπίτι μας.
Στα τραπέζια, επιτρέψτε μου να πω, πάντα πλουσιοπάροχα, που έστρωνε η μητέρα μου, θυμάμαι και τον γιατρό μας. Το «μας» συνειδητά το παιδικό μου μυαλό, όπως πια και το «γιατρείο μας». Σε μια τέτοια συνεστίαση ρωτήθηκε η μητέρα μου αν θα ήθελε να αναλάβει την καθαριότητα του ιατρείου. Φυσικά εκείνη δέχτηκε με μεγάλη χαρά. Δεν είναι τυχαίο που από εκεί και μετά, είχε και μας έδινε χαρτζιλίκι. Η μητέρα μου πάντα έλεγε ότι αυτό το χρωστούσε στο γιατρό.
Κάποια στιγμή, στα κατοπινά χρόνια, μετρούσαμε με τον αδελφό μου τα «παιδικά παράσημα», όπως έλεγε τις ουλές που μας άφησαν τραύματα από σκανταλιές ή από αγροτικές εργασίες πιο μεγάλες από το μπόι μας. (Αίφνης εκείνος είχε πέσει από μια μυγδαλιά καθώς έριχνε αμύγδαλα κι έσκισε το κεφάλι του κι εγώ έκοψα βαθιά τον δείκτη του αριστερού μου χεριού καθώς έκοβα δρυ για τα κατσικοπρόβατα μας).
Σκαλίζοντας τη μνήμη μου, κάνω εικόνα πόσα πολλά παιδιά περνούσαμε κάθε τόσο την πόρτα του ιατρείου με χτυπημένο χέρι, πόδι, κεφάλι… και τον γιατρό που μας περιέθαλπε με στοργή, υπομονή, αλλά και δεξιοτεχνία στο ράψιμο των τραυμάτων. Το τελευταίο το διαπιστώσαμε στην πορεία, όταν με το ζόρι διακρίναμε τις ουλές…
Αξέχαστο θα μου μείνει ένα καλοκαίρι, θα ήμουν πια γύρω στα δεκαέξη, που έβγαλα ένα σπυρί στη χούφτα. Είχαμε μόλις τελειώσει το αλώνι και αρχίσαμε το ξεφλούδισμα των αμυγδάλων, χρειαζόμασταν χέρια πολλά, κανείς δεν πρόσεξε, ούτε εγώ έδωσα σημασία, το σπυράκι στο χέρι μου, ώσπου αυτό έγινε τεράστιο, έπιασε όλη τη χούφτα. Περνώντας έξω από το σπίτι μας ο γιατρός για να πάει στο ιατρείο, τον φώναξε η μάνα μου, είδε εκείνος το σπυρί, δεν θυμάμαι τί ειπώθηκε, μα από την επόμενη στιγμή ξεκίνησα θεραπεία. Ήταν ρητή η εντολή του γιατρού να μην κάνω απολύτως τίποτα, μέχρι να γειάνει. Για ένα εικοσαήμερο περίπου έκανα τις καλύτερες διακοπές της ζωής μου!
(άρθρο Ευγενίας Βορριά Ασλανίδη στο chiosnews.com)
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο των παιδικών μου αναμνήσεων, από την θητεία του αξέχαστου Ζωρζή Βαρκάρη στο ιατρείο Κουρουνιών, εξέχουσα θέση κατέχει η αξέχαστη σύζυγός του Πολυκρίτη. Η «γιατρούδαινα» όπως λέγαμε τότε τις συζύγους των γιατρών, εξέπεμπε ευγένεια ανάμεικτη με αυστηρότητα. Την γνωρίσαμε καλύτερα, εμείς τα παιδιά της γειτονιάς, για έναν πολύ ευχάριστο λόγο, που πάντα έψαχνα αφορμή να τον καταθέσω και να που ήρθε ή ώρα…
Η Πολυκρίτη κάποια εποχή μέσα στο χρόνο έφευγε για τον Καταρράκτη κι όταν επέστρεφε έφερνε μαζί της στα Κουρούνια το μαστίχι να το καθαρίσει. Κάποια μέρα ήρθε στο σχολείο μια μαθήτρια με μαστίχα στη τσέπη. Δεν είχα ξαναδεί. Σαν δάκρυ λαμπερό που μοσχοβολούσε, έμοιαζε. Μασούσε κιόλας και τρέχαν τα σάλια μας. Μας είπε που την βρήκε. Από το ίδιο απόγευμα, προσφερθήκαμε και οι υπόλοιποι να βοηθήσουμε στο καθάρισμα. Δεν κακοκάρδισε κανέναν μας. Καθαρίζαμε και μασούσαμε ταυτόχρονα, παίρναμε και το δωράκι μας φεύγοντας. Κρίμα που δεν υπήρχαν φωτογραφικές μηχανές να απαθανατίσει κάποιος εκείνες τις υπέροχες στιγμές, με τη «θεία Πολυκρίτη» στη μέση κι εμείς γύρω της, να την ακούμε να μας λέει για τη μαστίχα και για ένα σωρό άλλα πράγματα, σαν δασκάλα, κάθε άλλο παρά αυστηρή. Μετά μάθαμε πως ήταν πραγματική δασκάλα!
Σε εκείνη οφείλεται το Μνημείο Πεσόντων, που γίνεται σήμερα αφορμή να μιλήσουμε για τον μακροβιότερο γιατρό που είχαμε ποτέ στην περιοχή μας.
Ο αείμνηστος Ζ. Βαρκάρης ήθελε, όπως έλεγε, πριν φύγει από τον ευλογημένο αυτό τόπο που αγάπησε και τον αγάπησαν, να χρηματοδοτήσει την τοποθέτηση ενός Μνημείου σε περίοπτη θέση.
Να σημειώσω ότι υπήρχε ήδη και υπάρχει ακόμα μια μαρμάρινη πλάκα, με ονόματα συγχωριανών πεσόντων, πάνω στον τοίχο περίφραξης του αυλόγυρου της εκκλησίας.
Η Πολυκρίτη φρόντισε η επιθυμία του να γίνει πράξη. Χωρίς να πάρει είδηση ο Ζωρζής, προετοίμασε όλη την διαδικασία κατασκευής του μνημείου και τον ενημέρωσε λίγες ημέρες πριν για την τοποθέτησή του.
«Η συγκίνησή μου καθώς προχωρούσα από το σπίτι που μέναμε προς τα κάτω και είδα τους τεχνίτες να στήνουν το μνημείο δεν περιγράφεται» διηγούνταν μετά στους οικείους του.
Του είχε πει η Πολυκρίτη ότι του φύλαγε δώρο-έκπληξη για την αναχώρησή τους από το χωριό, αλλά αυτό ξεπερνούσε κάθε προσδοκία του.
Σε λίγες μέρες θα τιμήσουμε στα Κουρούνια άλλη μια Εθνική Επέτειο και θα θυμηθούμε πάλι τον δωρητή του Μνημείου Πεσόντων, αυτό τον σπουδαίο γιατρό, τον υπέροχο άνθρωπο!
*Εάν κάπου είναι καταγεγραμμένη η χρονολογία κατασκευής του μνημείου, μπορεί και τώρα ακόμα, να αναγραφεί σε μεταλλική ταμπελίτσα και να τοποθετηθεί επιπρόσθετα.